«Οι τρεις ιεράρχες»
Σήμερα η εκκλησία μας θυμάται και τιμά τη μνήμη των τριών ιεραρχών, τριών μεγάλων μορφών της ορθοδοξίας και της ελληνικής παιδείας. Πρόκειται για μια γιορτή που καθιερώθηκε τον 11ο αιώνα για τον εκκλησιαστικό σώμα κι επίσημα θεσμοθετήθηκε ως γιορτή για την παιδεία κατά το έτος 1842, από το Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Ποιοι ήταν όμως οι τρεις ιεράρχες;
Ένας από αυτούς τους αγίους ήταν ο Μέγας Βασίλειος. Είχε γεννηθεί το 330μ.Χ. στην Καισάρεια της
Καππαδοκίας από οικογένεια πλούσιων γαιοκτημόνων. Ήταν άνθρωποι ιδιαίτερα μορφωμένοι, καλλιεργημένοι και ευσεβείς, με αγάπη για την εκκλησία του Χριστού. Ο Βασίλειος ξεκίνησε από μικρή ηλικία τη λαμπρή πορεία του στη μάθηση. Σπούδασε θεολογία στην Κωνσταντινούπολη, νομικά στην Αθήνα, ενώ εκεί διδάχτηκε ακόμη φιλοσοφία, ρητορική, ιατρική, αστρονομία και γεωμετρία. Στα 27 του χρόνια θα φύγει για την Ανατολή. Εκεί δίπλα στους μοναχούς και τους ασκητές της ερήμου γνωρίζει τη μοναχική ζωή. Επιστρέφοντας στην πατρίδα του ακολουθεί τη ζωή του μοναχού και χαρίζει όλη την περιουσία του στους φτωχούς. Γίνεται ιερωμένος και αγωνίζεται για την εκκλησία. Η ζωή του είναι μια συνεχής προσφορά αγάπης. Στα 40 χρόνια του γίνεται επίσκοπος στην Καισάρεια. Το σημαντικότερο έργο του ήταν η οικοδόμηση της Βασιλειάδας, μιας μεγάλης πολιτείας με σχολεία, νοσοκομεία, γηροκομεία, σπίτια για τα ορφανά. Ο ίδιος βοηθούσε στο χτίσιμο των κτιρίων με τα ίδια του τα χέρια, ενώ πρόσφερε προσωπικό, ουσιαστικό έργο, όταν η κατασκευή της πόλης ολοκληρώθηκε. Ο Βασίλειος έδινε μόνο και ποτέ δεν περίμενε ανταλλάγματα. Ενδιαφέρθηκε για τα προβλήματα των εργαζομένων στα ορυχεία, για τους φτωχούς και γέροντες ιερείς, για ζητήματα εκμετάλλευσης των εργατών. Aκόμη αγωνίστηκε με τόλμη εναντίον των αιρέσεων, δηλαδή των προσπαθειών κάποιων ανθρώπων να αλλοιώσουν την αγνή, αληθινή, χριστιανική πίστη. Δε φοβήθηκε τους ισχυρούς άντρες της εποχής του που τον πολέμησαν και τον απείλησαν με σκληρά βασανιστήρια, εξορίες και θάνατο. Εκείνος όμως συνέχιζε να αγαπά όλο τον κόσμο, μέχρι, που το αδύναμο σώμα του, το εξασθενημένο από τις κακουχίες, κοιμήθηκε μια για πάντα, στα 49 του χρόνια.
Ο δεύτερος ιεράρχης είναι ο Γρηγόριος ο Θεολόγος ή Ναζιανζηνός. Γεννήθηκε την ίδια χρονιά με το Βασίλειο, στην πόλη Ναζιανζό. Ο πατέρας του ήταν επίσκοπος στην πόλη και άνθρωπος με μεγάλη περιουσία. Ο νεαρός Γρηγόριος σπούδασε στην Καισαρεία, όπου γνώρισε το Βασίλειο, στην Αλεξάνδρεια κι έπειτα στην Αθήνα, ρητορική και φιλοσοφία. Αγαπούσε έντονα την παιδεία. Υπήρξε εξαιρετικός δάσκαλος, θαυμαστός για τις αρετές του και την παιδαγωγική του ικανότητα. Η ίδια η φιλοσοφική σχολή τον κράτησε για δύο χρόνια καθηγητή της. Ο ίδιος θα διαλέξει το δρόμο του Χριστού, για να γίνει, χωρίς τη θέλησή του ιερωμένος. Παρόλο που απέφευγε επίμονα το αξίωμα του επισκόπου, ο φίλος του Μ.Βασίλειος τον έπεισε και τον χειροτόνησε. Εκείνη την εποχή είχε επικρατήσει στην Κωνσταντινούπολη η αίρεση του Αρείου και μόνο λίγοι άνθρωποι έμεναν πιστοί στην ορθόδοξη εκκλησία, αφού οι περισσότεροι ναοί άνηκαν στους Αρειανούς. Μόνο η μικρή εκκλησία της Αγίας Αναστασίας συγκέντρωνε τους λίγους ορθόδοξους, οι οποίοι σκέφτηκαν ότι μόνο ο Γρηγόριος με τη μόρφωση και τον ήρεμο λόγο του μπορούσε να κερδίσει τους Αρειανός. Εκεί, στη Ναζιανζό, με τους περίφημους λόγους του, υποστήριξε τη θεότητα του Λόγου του Χριστού, αφοσιώθηκε στην προσευχή και στη συγγραφή βιβλίων με λόγους, ποιήματα κι επιστολές. Γι’ αυτό κι ονομάστηκε Θεολόγος. Πολλές φορές εξορίστηκε και το 390μΧ. κοιμήθηκε για πάντα, σε ηλικία 72 ετών.
Τέλος, ο τρίτος ιεράρχης είναι ο Ιωάννης, που γεννήθηκε στην Αντιόχεια το 345μ.Χ. όταν ο Βασίλειος κι ο Γρηγόριος ήταν 15 χρόνων. Έμεινε νωρίς ορφανός από πατέρα και η μητέρα του ανέλαβε την ανατροφή του. Ο Ιωάννης είχε σπουδαία μόρφωση, έγραφε πολλά βιβλία και τον θαύμαζε όλος ο κόσμος. Γνώριζε φιλοσοφία και ρητορική. Παρακολουθούσε μαθήματα από τους σπουδαιότερους δασκάλους της εποχής του. Έγινε κι αυτός μοναχός κι αργότερα ιερωμένος. Συγκεκριμένα, το 380μ.Χ. έγινε διάκονος, ενώ πέντε χρόνια αργότερα ως πρεσβύτερος ανέλαβε και το έργο του ιεροκήρυκα στην Αντιόχεια. Τα κηρύγματά του ήταν τόσο ελκυστικά, ώστε έτρεχαν να τον ακούσουν οπουδήποτε κήρυττε, όχι μόνο χριστιανοί, αλλά και ειδωλολάτρες. Όλοι μιλούσαν για το «χρυσάφι» των λόγων του, που έβγαιναν από το στόμα του, γι’ αυτό τον ονόμασαν Χρυσόστομο. Καταδίκαζε την πολυτέλεια, τη σπάταλη ζωή που επικρατούσε στα ανάκτορα, ακόμα και την ίδια την αυτοκράτειρα Ευδοξία, η οποία πρόσταξε την εξορία του. Ο λαός ξεσηκώθηκε, γιατί είχε χάσει το δάσκαλό του, τον άξιο πατριάρχη του, που από το 398μ.Χ. φρόντισε για τη μόρφωση του λαού του, προστάτεψε τους φτωχούς και δυστυχισμένους και ίδρυσε πολλά φιλανθρωπικά ιδρύματα. Η Ευδοξία τον ξανάφερε στον πατριαρχικό θρόνο. Όμως οι παρανομίες του παλατιού συνεχίζονταν κι ο Ιωάννης δεν έπαψε να την κατακρίνει μπροστά στο λαό. Εκείνη τον έστειλε ξανά εξορία, παίρνοντας μέτρα για να μην ξεσηκωθεί ο λαός. Ένα στρατιωτικό απόσπασμα τον μετέφερε κρυφά στη Μικρά Ασία κι από κει από τόπο σε τόπο. Δυστυχώς δεν άντεξε την πολυήμερη πεζοπορία και πέθανε σε ηλικία 62 ετών. Οι τρεις ιεράρχες, οι τρεις μεγάλοι φωστήρες του Τριαδικού Θεού, ξεχώρισαν όχι μόνο για τη φιλομάθεια και τον πλούτο της γνώσης, αλλά κυρίως για την απλή, ενάρετη ζωή τους, για το ήθος, τη σεμνότητα, την ευλάβεια και τη βαθιά πίστη στη χάρη του Θεού. Με το έργο τους μας δίδαξαν την ειλικρινή προσφορά και παροχή ανακούφισης στο συνάνθρωπο που υποφέρει και μας απέδειξαν ότι πλούσιος δεν είναι εκείνος που έχει κατακτήσει όλα τα υλικά αγαθά, μα εκείνος που φροντίζει για την καλλιέργεια του πνεύματος και της ψυχής του μέσα από ενάρετες χριστιανικές πράξεις. Αυτούς τους μεγάλους, σεβαστούς πατέρες και διδασκάλους, που σαν ποταμοί σοφίας πότισαν όλο τον κόσμο, τιμάμε κάθε χρόνο, στις 30 Ιανουαρίου, με ύμνους. Είναι οι προστάτες άγιοι των δασκάλων και των μαθητών. Από τη χάρη Τους και την ευσπλαχνία Τους φωτίζεται ο δρόμος μας προς τη μάθηση. Βαρελά Βάνα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου