Στη Μικρά Ασία ζούσαν για πολλούς αιώνες Έλληνες που ασχολούνταν κυρίως με το εμπόριο. Είχαν επίσης σημειώσει μεγάλη πρόοδο σε όλους τους τομείς της καθημερινής ζωής. Με τον Μικρασιατικό Πόλεμο και την καταστροφή του1922 έζησαν το βίαιο ξεριζωμό από τον τόπο τους. Ο λόγος του Η. Βενέζη είναι απλός, με μεγάλη όμως βαρύτητα και κατορθώνει να συγκινήσει τον αναγνώστη. Σε όλο το κείμενο είναι φανερή η βιωματική εμπειρία του συγγραφέα. Στην αφήγηση υπάρχουν πραγματικά στοιχεία από εκείνη την νύχτα που αναγκάστηκε ο ίδιος να εγκαταλείψει την πατρίδα του. Τα βιώματά του προβάλλονται μέσα από τα μάτια των μικρών παιδιών της ιστορίας.
Ο Δημήτρης Μπεθάνης παρουσιάζει το θέμα του βιβλίου "Αιολική γη", η Μεταξία Ξεκούκη, η Νικολέττα Σχινά και η Μαρίσα Φουρτουλάκη γράφουν για τα συναισθήματα των προσφύγων όταν ταξιδεύουν για άλλον άγνωστο τόπο. Τέλος, η Κορίνα Μανίκα παρουσιάζει μαρτυρίες όπως τις άκουσε από τη μαμά της που με τη σειρά της τις είχε ακούσει από τις γιαγιάδες της για εκείνα τα δύσκολα χρόνια.
Τ α συναισθήματα των ανθρώπων που αναγκάζονται να αφήσουν τον τόπο τους είναι σίγουρα έντονα. Αρχικά, αναπολούν τις όμορφες στιγμές, τις αναμνήσεις που έχουν κρατήσει στην καρδιά τους. Ύστερα, αναρωτιούνται και ανησυχούν. Νιώθουν αβεβαιότητα για το τι μέρες τους περιμένουν στον νέο τους τόπο. Στο απόσπασμα η γιαγιά είναι κουρασμένη από το πολύωρο ταξίδι και προσπαθεί να ηρεμήσει και να ξεκουραστεί κοντά στον παππού. Ο παππούς πήρε λίγο χώμα για να του θυμίζει τον παλιό του τόπο. Οπότε, μπορεί να λυπάται που έφυγε από την πατρίδα του αλλά το χώμα μπορεί να του δίνει χαρά, αισιοδοξία και κουράγιο.
Μεταξία Ξεκούκη
Οι πρόσφυγες, στην αρχή αισθάνονται πόνο και θλίψη, επειδή αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους, ό,τι έχουν και δεν έχουν, την πατρίδα τους, τους συγγενείς τους. Στη συνέχεια νιώθουν αγωνία και φόβο για το πώς θα είναι η ζωή τους σε έναν καινούριο και άγνωστο τόπο. Νοσταλγούν την πατρίδα τους και πάντα θα έχει μια ξεχωριστή θέση στην καρδιά τους! Όμως πρέπει να βρουν τη δύναμη να συνεχίσουν και να ονειρευτούν ένα καλύτερο αύριο.
Νικολέττα Σχινά
Η Μικρασιατική Καταστροφή το 1922, είχε ως αποτέλεσμα τον ξεριζωμό των Ελλήνων που ζούσαν στα παράλια της Μ. Ασίας από τα αρχαία χρόνια. Οι πρόσφυγες δεν ξεχνούν ποτέ τον τόπο τους. Οι πιο πολλοί, όσα χρόνια κι αν περάσουν στον νέο τόπο έχουν στην καρδιά τους τη γη που αναγκάστηκαν να αφήσουν. Νιώθουν λύπη και στενοχώρια που αφήνουν τη γη τους, τα κτήματά τους , τα χωριά που γεννήθηκαν και έζησαν τα παιδικά τους χρόνια. Η αγωνία τους είναι μεγάλη. Θα τα καταφέρουν να ξεκινήσουν τη ζωή τους από την αρχή; Ανησυχούν, νιώθουν ανασφάλεια και φόβο. Δεν χάνουν όμως την ελπίδα τους και πιστεύουν ότι θα τα καταφέρουν.
Όπως γνωρίζουμε από την Ιστορία, οι Έλληνες Μικρασιάτες αναγκάστηκαν να
εγκαταλείψουν τον τόπο τους και εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα ως πρόσφυγες. Η
οικογένειά μου είναι μικρασιατικής καταγωγής, αφού από την πλευρά της μητέρας
μου και οι δυο γιαγιάδες της, όπως και ο ένας παππούς της ήταν πρόσφυγες από τη
Μικρά Ασία. Αυτά που θα γράψω παρακάτω είναι ό,τι έχει απομείνει από τις
διηγήσεις των ανθρώπων αυτών. Η μητέρα μου πάντα μας έλεγε ότι εκείνη και οι
αδερφές της όταν ήταν μικρές αντί για παραμύθια άκουγαν ατέλειωτες ιστορίες από
τις δύο γιαγιάδες τους για την Μικρά Ασία. Η μια γιαγιά είχε το όνομα Πάτρα και
καταγόταν από τη Μέλλισο (περιοχή έξω από την Σμύρνη). Ο άντρας της, ο παππούς
της μαμάς μου με καταγωγή και αυτός από τη Μέλλισο σε ηλικία δεκαοχτώ χρονών
κατατάχθηκε εθελοντής στον ελληνικό στρατό, πολέμησε μαζί με του Έλληνες
φτάνοντας μέχρι το κέντρο της Τουρκίας. Ήταν και αυτός στην περίφημη μάχη του
Εσκί-Σεχίρ. Όταν τον Αύγουστο του 1922 οι Τούρκοι των συνέλαβαν, τον
καταδίκασαν ισόβια, τον πήγαν φυλακή, του πέρασαν χειροπέδες στα χέρια και μια
αλυσίδα στο πόδι με μια μεταλλική μπάλα που την κουβαλούσε μαζί του όταν
περπατούσε. Έμεινε ένα χρόνο φυλακή σε αυτή την κατάσταση και πέρασε αργότερα
στην Ελλάδα με τις πρώτες ανταλλαγές αιχμαλώτων. Το 1923 βρήκε την οικογένεια
του όπου ζούσαν σε ένα καταυλισμό στον Άγιο Ιωάννη τον Ρέντη, στην Αθήνα, από
τις αναζητήσεις του Ερυθρού Σταυρού. Αργότερα παντρεύτηκε την γιαγιά μου, που
έμενε στον καταυλισμό της παλιάς Κοκκινιάς. Όσο για την άλλη προγιαγιά μου, αυτή
ήταν από το Αϊβαλί. Ονομαζόταν Νίνα από το Κατερίνα και ο μπαμπάς της ο Γιώργος
είχε ένα από τους καλύτερους αλευρόμυλους στην Σμύρνη.
Κορίνα Μανίκα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου